Εδώ στο
εξωτερικό που βρίσκομαι, καθώς πλησιάζει η περίοδος των διακοπών, όλο και
περισσότεροι Ευρωπαίοι μου λένε πως θα πάνε διακοπές Νότια, σε κάποια γειτονική
χώρα, όπως στην Βουλγαρία ή την Τουρκία, αλλά ποτέ στην Ελλάδα. Η φυσική τους
απάντηση στην φυσική μου ερώτηση είναι: «Γιατί η κατάσταση είναι άσχημη στην
Ελλάδα». Σωστό και λάθος. Σωστό μεν, γιατί όντως η κατάσταση είναι τραγική στην
Ελλάδα. Λάθος δε, γιατί γνώμη μου είναι, πως αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να επηρεάσει
την διαμονή τους σε ένα παραθεριστικό θέρετρο της χώρας μας. Ούτε εμφύλιο
έχουμε (ακόμα) ούτε βγήκαν τα μαχαίρια για τους ξένους, αυτούς που φέρνουν
λεφτά δηλαδή (για τους άλλους μην σχολιάσω). Θα φάνε το παγωτάκι τους, θα
κάνουν την βολτούλα τους δίπλα στη θάλασσα, και ούτε θα νιώσουν πληθωρισμό, κομμένους
μισθούς και επιδόματα, κοινωνική ασφάλιση και ομόνοια. Όχι. Ο ταβερνιάρης θα τους
χαιρετήσει κανονικότατα, με περισσή καλοσύνη μάλιστα, καθώς δεν θα ναι και τόσο
πολλοί που να μην προλαβαίνει να τους εξυπηρετήσει. Και αναρωτιέμαι λοιπόν δικαίως:
«Γιατί;»
Μήπως είναι
τα Ξένα και τα Εγχώρια Μέσα που δίνουν μια εικόνα κατάρρευσης και κατάλυσης;
Μιας εικόνας βρώμικης και άσχημης, θαρρείς βγαλμένη από κάποιο κακό παραμύθι της
συνείδησής μας; Μήπως όλο αυτό το μίσος, η διχόνοια και η παράλυση της πρωτύτερης
προσωπικότητάς μας ως φιλόξενοι, φιλικοί και πάντα χαρούμενοι γλεντζέδες είναι
φτιαχτό; Μήπως κάποιος με το ζόρι προσπαθεί να μας αλλάξει; Να μας κάνει με το
στανιό πιο ευρωπαίους, θαρρείς και έτσι θα γίνουμε πιο χαρούμενοι ή πιο
καθωσπρέπει;
Τους βλέπω τους
καημένους να πηγαίνουν κάθε μέρα στις δουλίτσες τους με το κεφάλι τους σκυφτό,
και να χαμογελάνε σε επιφωνήματα χαράς μόνο αν πιούν καμιά μπύρα παραπάνω, στην
καλύτερη περίπτωση, ή πάρουν ναρκωτικά, που είναι σαφώς πιο εύκολο να βρεις,
καθώς πολλοί δεν θα άντεχαν αλλιώς σε αυτό το κλίμα μιζέριας, χωρίς να νιώσουν μια
τεχνητή απελευθέρωση.
Και τώρα τι;
Τους αφήνουμε; Και όλα καλά; Και από την χειρότερη κατάσταση ατόμου που θεωρώ
πως είναι αυτό που είναι γνωστό ως «Νεοέλληνας» καταλήξουμε να ‘μαστε «Νεοευρωπαίοι»;